Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Center Four

Ή αλλιώς, "Τα σέντερ που αγαπήσαμε"

Γιατί, έτσι μάθαμε από παιδιά.

Βλέπεις σύντροφε, στα χρόνια της παντοκρατορίας της Θεσσαλονίκης στο Ελληνικό μπάσκετ, η θέση στην οποία νομίζαμε ότι υπερτερούσαμε, ήταν αυτή του σέντερ.
Έτσι μας είχανε πει να λέμε, έτσι πιστεύαμε κι εμείς.

Έπρεπε να περάσουν 5 χρόνια, να κατέβει το μπάσκετ στο νότο (γαμώτο) και να δούμε ορισμένους πίβοτ πραγματικά υψηλού επιπέδου, για να συνειδητοποιήσουμε πως τελικά πεινούσαμε, και δεν διψούσαμε.

Ναι.
Ο αστείος, εγωκεντρικός συνδικαλιστής, δεν ήταν πίβοτ υψηλού επιπέδου.

Ποιοι ήταν όμως;

Με τη γνωστή μέθοδο The Prowler Way, και λίγη από την εις άτοπο, περιορίσαμε τις επιλογές μας σε 5. Τους εξής 4. Πάμε να τους θυμηθούμε;

Zόραν Σάβιτς


Το μαρτυρικό (αλλά τελικά λυτρωτικό) καλοκαίρι του 1993, η ομάδα ξεκινάει την προετοιμασία της, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, χωρίς αυτό που νόμιζε κολώνα της.
Ο αριστερός με τις δεξιές τσέπες, μετακόμιζε στο σιχαμερό λιμάνι, που τόσο ήθελε η μανούλα του (προφανώς, όλα για αυτή τη φουκαριάρα γίνανε) και εμείς είμαστε στη γύρα για σέντερ.
Λίγο η αύρα της μακρύτερης σε διάρκεια Μεγάλης Παρασκευής που εμφανίστηκε στην πόλη (από τις 13/4, ως τον Σεπτέμβριο), λίγο το άκομψο διαζύγιο με τον Μπάρλοου, λίγο οι υψηλές προσδοκίες που είχαμε πάντα σε επιλογές ξένων, την έλευση Σάβιτς δεν τη συνόδευσε καμιά μεγαλειώδη υποδοχή στο αεροδρόμιο.
Ας είναι.

Ο Ζόκι, MVP του Φαϊναλ Φορ της Ευρωλίγκας, δυο χρονιές πριν, στο Παρίσι, τη χρονιά του Ευρωπαικού Redemption της ομάδας μας στη Γενεύη, δεν ήρθε για να μονοπωλήσει τα πρωτοσέλιδα, τους τίτλους, και να γίνει σύνθημα στα χείλη του περιούσιου λαού.
Ήρθε για να παίξει μπάσκετ, και το έκανε καλά.

Τις πρώτες αγωνιστικές του εδώ, δυσκολεύεται από τη γραμμή των βολών, μαζί του ζορίζεται και όλη η ομάδα όμως για να τα λέμε όλα. Ακούγονται μέχρι και φήμες για την αντικατάσταση του από τον Ντίβατς.
Μέχρι που έρχονται τα ντέρμπυ.

Και τους περνάει όλους ένα χέρι. Για να το θέσουμε κομψά (γιατί είμαστε και φιλοξενούμενοι εδώ)

Γεμίζει αυτοπεποίθηση, και δεν γυρίζει ποτέ να κοιτάξει πίσω.
Δίνει τον καλύτερο του εαυτό σε κάθε μα κάθε εμφάνιση του ΠΑΟΚ, σε κάθε μεγάλο παιγνίδι της ομάδας, κρύβεται και μια μεγάλη εμφάνιση του Ζόκι από πίσω. Μέχρι που (επειδή ΠΑΟΚ είσαι) έρχονται οι μικροί τελικοί του '95 με τη Γριά.
Ο ΠΑΟΚ, έχει αλλάξει ήδη 4 προπονητές μέσα στη χρονιά, και 3 ξένους  - παρτενέρ του Σάβιτς, εκ των οποίων ο μόνος που μπόρεσει να γεμίσει τα παπούτσια του Τρουθ, ήταν και αυτός που μας κούνησε μαντήλι πιο γρήγορα από όλους (ο Μούσταφ), και η ομαδά καταρρέει (μαζί με ένα τρομερό χτύπημα της μοίρας βέβαια, αλλά ΠΑΟΚ είσαι λέμε)
Ο Βασίλης Οικονομίδης, τότε γενικός αρχηγός στην ομάδα, τον αποκαλεί ούτε λίγο, ούτε πολύ " Πιανόλα"
Ο Σάβιτς, δεν είχε θέση πια σε αυτή την ομάδα.
Έπρεπε να περάσουν πάνω από 10 χρόνια, για να τον τιμήσουμε όπως του άρμοζε, από τον αθλητή μάλιστα που ακόμα δεν εδέησε κανένας να τιμήσει.



Τσαρλς Σακλφορντ



Το όνομα του πρωτακούστηκε στα μέρη μας το (τελικά σωτήριον) έτος 1991.
Ήρθε με τη φανέλα της Φονόλα Καζέρτα να αγωνιστεί κόντρα στην ΑΕΚ (ΕΔΩ για τους πολύ νεαρούς μπασκετικούς αναγνώστες της στήλης, που αγνοούν την ύπαρξη της) και έκτοτε ακουγόνταν όλο και πιο συχνά. όλο και για κάποια ομάδα που έψαχνε ξένο.
Τελικά βρέθηκε στον συμπολίτη, την περίοδο 1996-97, και αφού έδωσε εκεί τα διαπιστευτήρια του, κέρδισε το εισιτήριο για τη μεγάλη ομάδα της πόλης την αμέσως επόμενη χρονιά.

Δεν ηταν απλά και μόνο ο βασιλιάς του ριμπάουντ, όπως ελαφρά τη καρδία τον χαρακτηρίσαμε στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας μας (έκανε πάντως απλησίαστα νούμερα στον τομέα, στην ιταλική του περιπέτεια). Ήταν ένας μάστορας της θέσης, με πίβοτ και χουκ για σεμινάριο πραγματικά.
Στον ΠΑΟΚ ήρθε για να αλλάξει τον Ράφαελ Άντισον και με τις εμαφνίσεις του, επέστρεψε στα 33 του στο ΝΒΑ για τη Σάρλοτ, το 1999.
Κάνει έναν ασυναγώνιστο ημιτελικό με τον Ολυμπιακό στο ΣΕΦ, και μας κρατάει ζωντανούς για να παίξουμε κορώνα - γράμματα την πρόκριση μας στον μεγάλο τελικό, με το τρίποντο του Πέτζα.
Συνέθεσε ένα τρομερό δίδυμο με τον συγχωρεμένο Κόνραντ ΜακΡέϊ, και όπως και να χει, είναι ένας σέντερ που δύσκολα θα βγει από την καρδιά και το μυαλό μας.
Respect Sir Charles!


Λάζαρος Παπαδόπουλος


Σύμφωνοι. Το blog λέγεται PAOK Basketball Retro και όσο Basketball Retro και να είναι το παιγνίδι του Λάζου, ακόμα θέση σε αυτό το blog δεν έχει.

Αλλά από την άλλη, ελπίζω ο διαχειριστής της σελίδας, αυτός ο άοκνος εργάτης του ΠΑΟΚτσήδικου φροντιστηρίου ταχύρρυθμης εκμάθησης ιστορίας, ο Τρικ, να επιτρέψει την υπέρβαση η οποία γίνεται για καλό σκοπό:

Ο Λάζος, είναι πιθανότατα ο σπουδαιότερος σέντερ που έχει βγάλει η χώρα σοου φαρ.
Αγωνίζεται στον ΠΑΟΚ, για ψίχουλα, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας, το έχουμε αναλύσει στο PFU εκατοντάδες χιλιάδες φορές.
Το θέμα μας, είναι πως σε έναν άτυπο διαγωνισμό για το καλύτερο σέντερ που φόρεσε τη φανέλα της ομαδας, θα ήταν για πλάκα στο top three, μπορεί και στη δυάδα. Για τον καλύτερο Έλληνα δε, ούτε συζήτηση.
Το στυλ του, είναι παρωχημένο για κάποιους. Παίζει σε σλόου μόσιον, χάνει βολές, έχει αργά (και γυάλινα) πόδια, και γίνεται εύκολος στόχος στην άμυνα από τους αντιπάλους του, αφού δεν μπορεί να ακολουθήσει.
Τι τον κάνει λοιπόν, τόσο σπουδαίο;

Εν αρχή, η προσωπικότητα. Ηγέτης από τους λίγους, ηγέτης της Εθνικής που έκανε όργια όταν ήταν ακόμα 24, δεν θα ήταν σήμερα στα 32 του;
Έπειτα, το επιθετικό του παιγνίδι.
Διαθέτει σπάνιο μπασκετικό IQ τέτοιο ώστε να κάνει χαρούμενους όλους τους συμπαίκτες του, είτε κάνουν κίνηση μέσα στη ρακέτα, είτε ακροβολίζονται στο τρίποντο. Δεν είναι τυχαίο, πως μέχρι το τέλος του πρώτου γύρου, ήταν σταθερά στην πρώτη τριάδα του πρωταθλήματος στις ασίστ.
Τέλος, το πάθος και η θέληση που βγάζει για την ομάδα.
Σε αγώνες όχι ακριβώς καυτούς, τον έχουμε δει ξανά και ξανά να κάνει πλονζόν για μια χαμένη μπαλιά, ένα τζάμπολ, μια διεκδίκηση. Ξέρεις πως όταν είναι κάτω από το καλάθι, δεν υπάρχει περίπτωση να μην το βάλει, ή να μην πάρει φάουλ.
Και πιο σημαντικό απ'όλα:
Κάνει κάθε καλοκαίρι ό,τι περνάει από το χέρι του, για να παίξει στον ΠΑΟΚ.
Και παίζει για τη φανέλα.
Τρικ, νομίζω πως αυτό, είναι ο ορισμός του retro.


Και ο τέταρτος;
Με αυτά τα σαχλά λογοπαίγνια κι ευφυολογήματα (που στο τέλος της ημέρας, επιφέρουν μόνο κρυολογήματα) ψάχναμε να βρούμε τον τέταρτο της παρέας. Center Four για, και χαχα γελάσαμε, πως τα λες έτσι βρε Pro και πάμε παρακάτω.
Σπουδαίοι παίχτες που τίμησαν τη φανέλα (που τους δόθηκε η τιμή να φορέσουν) δεν ήταν λίγοι.
Ο Βίκτορ Αλεξάντερ πχ, κατά δήλωση του ιδίου του Γιαννούλη, ήταν ο καλύτερος παρτενέρ που είχε ποτέ.

Αλλά μιλάμε για μια κρύα σεζόν, στην οποία αν και πήγες τελικό, καταποντίστηκες από τον Βάζελο.

Ο Ευθύμης Ρεντζιάς, ήταν κι αυτός ένας πολύ καλός ψηλός, αλλά σέντερ δεν ήταν. Ακόμα και τώρα που σταμάτησε την καριέρα του, θα μνημονεύεται ως ένα πολύ δυνατό τεσσάρι, περισσότερο από ενα ελαφρύ σέντερ. Ξέχωρα του ότι η καριέρα που έκανε, δεν ανταποκρίθηκε ποτέ ούτε στο ελάχιστο, του ταλέντου που είχε δείξει σε όλον τον κόσμο πως διαθέτει.
Για τον Γιαννούλη αν ξαναγράψω, θα νομίζει ο κόσμος πως χρηματίζομαι. Είπαμε, είναι η καψούρα μου, δεν μπορώ να είμαι αντικειμενικός μαζί του - τέλος.

Λάμπλεϊ, Μπλερ, Ουκούνσκι, Ραντόγιεβιτς, Βαϊς, Ραλίμι, απλά για τα θηρία.
Να γελάει κανείς.
Ο Τσιάκος, ήταν συγκινητικός, αλλά ήταν τη χρονιά που πέφταμε (εμείς ποτέ δεν πέσαμε μαλάκες), ο Καλλές, είναι απλά ο Καλλές.


Και τι μας έμεινε;

Ο μεγάλος Ντέγιαν Τομάσεβιτς, που στάθηκε ως το τέλος στη χρονιά της λαίλαπας Δρόσου, και που με τα 40ρια που χτυπούσε στα γεράματα, σημείωνε πρωτόγνωρες (και για τον ίδιο) επιδόσεις σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες.
Ο Λουκάς Μαυροκεφαλίδης, που απέδειξε πως με σκληρή δουλειά όλα γίνονται, κι ΄έφτασε σήμερα να λογίζεται ως ένας από τους καλύτερους Έλληνες ψηλούς.
Ο Ρόμπερτ Ντόζιερ, που μεταμορφώθηκε προς το (αφάνταστα) καλύτερο, μετά τη φυγή του Λάζου, κρατώντας το γλυκό για το τέλος, με τους 20π και τα 21ρ στον 5ο τελικό με τον συμπολίτη.
Ο τεράστιος Τοντόρ Γκετσέφσκι, που έκανε τον Λάζο, τον Ντέκι και τον Ζόκι μαζί στο 2ο μισό της ίδιας χρονιάς.

Αλλά όχι.
Κανένας από αυτούς.

Αnd the winner is..
Χουάν Αντόνιο Μοράλες


Aυτό το ρημάδι το Ευρωμπάσκετ του 1987, εκτός από χιλιάδες μπασκέτες, γέννησε και εκατομμύρια ειδικούς του αθλήματος.
Κι αφού οι ειδικοί, όπως γράψαμε και σε προηγούμενο ποστ, είχαν στη χλεύη τον Τσέκο, έψαχναν και ψάχνουν να βρουν ακόμα, Τσέκους παντού.
Ο Κίκι, ήταν λοιπόν γι αυτούς, ο Ισπανός Τσέκος.
Λολ βρε σατανάδες!

Ο Χουανάν βέβαια, ήταν πρωταθλητής Ευρώπης με την Μπανταλόνα, βασικός στην Εθνική Ισπανίας, καλύτερος αμυντικός 2 χρονιές σε όλη την ACB και ήρθε στους παντογνώστες να αποδείξει πως δεν είναι ελέφαντας. Αντιτουρίστικος, σύμφωνοι.
Αλλά αν έπαιζε μπάσκετ η ομορφιά, ο Χέλιγουελ δεν θα έβγαινε από την πεντάδα της Οκλαχόμα.
 Έκατσε 3 "σπαστά" χρόνια στην ομάδα, όλοι έχουν να λένε για τον χαρακτήρα και το επίπεδο του, και αυτό που δεν θα ξεχάσουμε από αυτόν, είναι η τρομερή άμυνα που έπαιξε στον Ράτζα στη σειρά των τελικών του '98 με τον Βάζελο.
Παρεξηγημένος, αλλά μεγάλος σέντερ το δίχως άλλο.


Αυτοί είναι πάνω κάτω οι σέντερ που αγαπήσαμε. Μπορεί να μην είχαμε ποτέ το πορτοφόλι για να δούμε και στην δική μας την ομάδα, κάναν Ρέμπρατσα ή κάναν Ράτζα, αλλά εδώ που τα λέμε, δεν πρέπει να έχουμε παράπονο από τους παίχτες που κάλυψαν τη θέση.

Ενστάσεις σίγουρα θα υπάρξουν για τις επιλογές μου, αλλά εδώ είμαστε για να το συζητήσουμε.
Έχουμε Facebook έχουμε και φόρουμ δικό μας, μπορείς ελεύθερα να διαφωνήσεις.
Αλλά να ξες, πως το δίκιο είναι με το μέρος μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου