Του Θέμη Καίσαρη
Κάθε φορά, η ίδια ιστορία. Τέλη Μαϊου, αρχές Ιουνίου, οι τελικοί της Α1. Μια
τρομερή βαβούρα, ένα κολλάζ από εμετικά πρωτοσέλιδα, κείμενα γραμμένα
από δίποδα για δίποδα, αγώνες που διεξάγονται σε τριτοκοσμικές συνθήκες,
κραυγές για διαιτησία, ανερμάτιστες συζητήσεις στα ραδιόφωνα, που πάντα
καταλήγουν στη δεκαετία του 1990, σε Ιωαννίδη, σε Κουκουλεκίδη, σε
Γιάννη Γιαννάκη, σε Μπαλτάκο κι άλλα τέτοια ρετρό.
Ο ΠΑΟΚ των 90’s
Και κάθε φορά που ακούω αυτές τις συζητήσεις για το ποιος έσφαξε τον άλλον περισσότερο και σε ποιο γήπεδο γίνονται τα χειρότερα επεισόδια, πάντα μου έρχεται στο μυαλό το ίδιο πράγμα. Ο ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 1990. Βλέπετε, οι άρρωστοι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού έχουν ένα κοινό στοιχείο. Νομίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε άλλο στη γη, εκτός από τους δυο τους και την κόντρα τους.
Σ'αυτό το πλαίσιο, ο καθένας θυμάται τα καλά της ομάδας του κι υπερτονίζει τα άσχημα που έχει υποστεί από τον αντίπαλο. Αμφότεροι, όμως, ξεχνούν πως δεν είναι μόνο αυτά που «έχει κάνει» ο ένας στον άλλον, αλλά είναι κι αυτά που έκαναν σε τρίτους. Κι ο τρίτος της ιστορίας, ήταν ο ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 90.
Ο ΠΑΟΚ είχε την ατυχία να πέσει πάνω σε τρία «κατεστημένα». Να προσπαθεί πάντα να κερδίσει ομάδες που είχαν μαζί τους το ταλέντο, τους μεγάλους παίκτες, τα λεφτά και τις «αβάντες». Στην αρχή ήταν ο Άρης κι η εμμονή του ΠΑΟΚ να ρίξει τον αυτοκράτορα από τον θρόνο. Αυτό το κυνήγι τον έκανε να βελτιώνεται χρονιά με τη χρονιά, να προσπαθεί ολοένα και περισσότερο να φτάσει τον πήχη του Άρη.
Στην πραγματικότητα δεν το κατάφερε ποτέ, αφού όσο ο Άρης ήταν στην κορυφή, ο ΠΑΟΚ δεν μπόρεσε να τον ρίξει, ακόμα κι όταν είχε επιτέλους ισάξια ομάδα και το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν δύο σωστές επαναφορές μπάλας. Το 1991 ο Άρης κράτησε για τελευταία φορά τον θρόνο του και μετά έπεσε μόνος του απ’αυτόν. Την επόμενη χρονιά δεν ήταν καν στους τελικούς, ο ΠΑΟΚ «διάλεξε» για αντίπαλο τον Ολυμπιακό και στην ουσία κατέκτησε την κορυφή χωρίς κόπο, άνετα και καθαρά.
Ο ΠΑΟΚ ήταν ο «νέος Άρης» κι ως νέος βασιλιάς του ελληνικού μπάσκετ, έφτιαξε την ομάδα που θα κατακτούσε και την Ευρώπη. Αυτό ακριβώς ήταν ο Δικέφαλος του 1993. Μπουντούρης, Κόρφας, Πρέλιεβιτς, Μπάρλοου, Λέβινκγστον, Φασούλας. Στο μπάσκετ εκείνης της εποχής, αρκούσαν δυόμισι καλοί παίκτες για να λες πως είσαι καλός. Ο ΠΑΟΚ του 1993 ήταν dream-team.
Ως τέτοια, έφτασε τρένο στο φάιναλ φορ της Αθήνας, με αξέχαστες εμφανίσεις στην Ευρώπη. Ο ΠΑΟΚ, όμως, έμελλε να είναι ένα ακόμα θύμα της ταμπέλας του φαβορί και της υποτιθέμενης δύναμης της έδρας. Στον ημιτελικό ο Ίβκοβιτς έδωσε την λάθος οδηγία στον Φασούλα για το μαρκάρισμα του Ρουσκόνι και τον φόρτωσε με φάουλ, ο Κούκοτς περιορίστηκε, αλλά πάσαρε σωστά, Ιακοπίνι και Ραγκάτσι είχαν κρύο αίμα, το ΣΕΦ πάγωσε κι ο ΠΑΟΚ έπεσε στο παρκέ.
Η ομάδα του Ίβκοβιτς δεν έχασε μόνο την ευκαιρία να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, αλλά δεν μπόρεσε να συνέλθει όταν ήρθε η ώρα να υπερασπιστεί τα κεκτημένα στην Α1. Ο ΠΑΟΚ ήταν ζαλισμένος σαν κοτόπουλο όταν ήρθε η ώρα των ημιτελικών, ο Ολυμπιακός είχε τον χρόνο να συνέλθει από τον αποκλεισμό από τη Λιμόζ και είδε την ευκαιρία.
Ο ΠΑΟΚ έμεινε εκτός τελικών, οι New Kids on the Block, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός είχαν ανοιχτό τον δρόμο για την ελληνική κορυφή. Η ομάδα του Ιωαννίδη ήταν πιο έτοιμη, ο Παπαδημητρίου «έπαθε επιπεφυκίτιδα», ο Κουκουλεκίδης σφύριξε στην θέση του κι έγινε χαμός. Ο Ολυμπιακός έκανε το 2-1 στη Γλυφάδα, ο Παναθηναϊκός δεν κατέβηκε στον 4ο αγώνα στο ΣΕΦ και το ελληνικό μπάσκετ είχε νέο πρωταθλητή.
1994
Όπως συνέβη και στην περίπτωση του ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός έφτιαξε την δικιά του dream-team την επόμενη χρονιά. Ο Φασούλας ήρθε στον Πειραιά, ο Τάρπλεϊ έκανε όργια κι ο Ολυμπιακός έκανε πράγματα και θαύματα στην Ευρώπη, πήγαινε τρένο κι αυτός για το Φάιναλ Φορ του 1994.
Η ιστορία των υπέρ-ομάδων και τον φαβορί επαναλήφθηκε κι αυτή τη φορά αυτός που γύρισε στην Ελλάδα διαλυμένος από το Φάιναλ Φορ ήταν ο Ολυμπιακός. Η ομάδα είχε γίνει χίλια κομμάτια, ενώ πλέον ήταν σαφές σε όλους πως ο Πάσπαλιε «κάτι είχε», δεν μπορούσε να σουτάρει όπως παλιά.
Ο ΠΑΟΚ του Μπουντούρη, του Κόρφα, του Μπάνε, του Μπέρι και του Σάβιτς ήταν έτοιμος. Απέκλεισε τον Παναθηναϊκό στον ημιτελικό και πλέον μπορούσε να κάνει στον Ολυμπιακό αυτό που ο ίδιος είχε πάθει έναν χρόνο νωρίτερα. Δεν τον άφησαν.
Στον 5ο αγώνα ο Ολυμπιακός ξέφυγε νωρίς, χάρις σε μια συγκλονιστική κατάθεση ψυχής και κλάσης από τον Πάσπαλιε που, έστω και με «στραβό» χέρι, έκανε όργια στο πρώτο ημίχρονο. Όταν, όμως, ο ΠΑΟΚ τόλμησε με οδηγούς τους Κόρφα, Πρέλιεβιτς και Μπέρι να ξαναμπεί στο ματς στην επανάληψη, τον έσφαξαν απροκάλυπτα.
Ο Μπάνε κι ο Κόρφας έτρωγαν τρελό ξύλο στην περιφέρεια κι αναγκάζονταν να σουτάρουν από τα 7 μέτρα, αφού δεν έπαιρναν σφύριγμα με τίποτα, Σιγάλας, Τόμιτς και Μπακατσιάς είχαν ασυλία. Την ίδια ώρα ο Τάρπλεϊ σκόραρε με βήματα που δεν δίνονταν ποτέ κι ο Ολυμπιακός έπαιρνε για πλάκα τα φάουλ στην επίθεση. Το κερασάκι μπήκε με τα πέντε δευτερόλεπτα που δόθηκαν στο τέλος στον Σάβιτς, με τον πάγκο του Ολυμπιακό να ουρλιάζει στον διαιτητή να σφυρίξει.
Ο τελικός τελείωσε με τραυματισμό του Μπαλογιάννη από αντικείμενο, τον ΠΑΟΚ να αποχωρεί και τελικώς να επιστρέφει 40 λεπτά μετά για τον φόβο της τιμωρίας, με τους παίκτες του να φορούν τα παπούτσια τους χωρίς κάλτσες. Φυσικά δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε το πως άρχισε το ματς, με τους παίκτες του ΠΑΟΚ να προπηλακίζονται από αγνώστους στους διαδρόμους των αποδυτηρίων του ΣΕΦ και με δυναμιτάκια να σκάνε στο καλάθι με τις μπάλες στο ζέσταμα.
Ο Ολυμπιακός πήρε με το «έτσι θέλω» το δεύτερο συνεχόμενο πρωτάθλημα που εδραίωσε την κυριαρχία του. Θα ήταν, μέχρι το 1997, μια μικρή δυναστεία. Η ομάδα με το ταλέντο, τους παίκτες που παίρνουν τα ματς, τους καλούς προπονητές (Ιωαννίδης, Ίβκοβιτς), τα λεφτά και φυσικά, τις «αβάντες».
Για να το πούμε σχηματικά, ο Ολυμπιακός πήρε το ρόλο του Άρη και ο Παναθηναϊκός τον ρόλο του ΠΑΟΚ. Ο Παναθηναϊκός έκανε τα πάντα για τον ρίξει από την κορυφή, ο Ολυμπιακός την κρατούσε με κάθε τρόπο και πάντα με το ίδιο αποτέλεσμα. Φιέστα κι απονομή στο ΣΕΦ. Η κόντρα τους, βέβαια, είχε κι ένα θετικό αποτέλεσμα, αφού έδωσε στο ελληνικό μπάσκετ τις δύο πρώτες κούπες.
1998
Όταν το 1998 ήρθε το τέλος του κύκλου του Ολυμπιακού, η ιστορία επαναλήφθηκε. Ο Παναθηναϊκός δεν βρήκε τον πρωταθλητή στον τελικό, αφού, όπως και στην περίπτωση του Άρη, ο αυτοκράτορας είχε πέσει νωρίτερα. Το τρίποντο του Στογιάκοβιτς «σκότωσε» την ομάδα του Ίβκοβιτς κι έτσι ο “διεκδικητής” Παναθηναϊκός ήταν έτοιμος να ανέβει στον θρόνο. Αυτός είχε πλέον τους καλύτερους παίκτες, τα λεφτά, τις «αβάντες».
Σφαγή όμοια μ’αυτήν του 1994 δεν χρειάστηκε. Όμως, για μια ακόμη φορά, δεν τον άφησαν τον ΠΑΟΚ. Η ομάδα του 1998 είχε τον εκπληκτικό Στογιάκοβιτς και τον μακαρίτη τον ΜακΡέι, τον Σάκλφορντ, τον Νικολαϊδη, τον Μπαλογιάννη, τον Μοράλες και τον Ρόουαν να κάνουν υπέρβαση και κατάθεση ψυχής σε κάθε ματς.
Στον 5ο τελικό στο ΟΑΚΑ μπορεί να μην έγιναν όργια αντίστοιχα μ’αυτά του ΣΕΦ, αλλά στο τέλος ο Παναθηναϊκός είχε όποια βοήθεια χρειάστηκε. Κολασμένη ατμόσφαιρα, ατιμώρητο «ξύλο» στην άμυνα, ευκολία στο σφύριγμα στην επίθεση. Κορυφαία στιγμή, ο Στογιάκοβιτς σηκώνεται για τρεις, ο Σκοτ τον βρίσκει στον αγκώνα, το φάουλ είναι τόσο καθαρό που η μπάλα περνάει ένα μέτρο μακριά από τη στεφάνη, σφύριγμα δεν ακούγεται ποτέ. Ο Παναθηναϊκός φτάνει επιτέλους στην κορυφή, ξεκινά τη δυναστεία του, ο ΠΑΟΚ είναι για μια ακόμη φορά στον ρόλο αυτού που μιλάει για «ντροπή».
Τίποτα με «βοήθεια»
Ο Δικέφαλος δεν ευτύχησε ποτέ να πατήσει στην πιο ψηλή κορυφή, όπως έκανε ο Ολυμπιακός το 1997, ούτε βέβαια έφτασε ποτέ κοντά στην εκπληκτική κυριαρχία του Παναθηναϊκού, με τις μία+πέντε ευρωπαϊκές κούπες. Στην Α1, όμως, ξέρει καλά πως, όσο η ψαλίδα δεν είχε ανοίξει, είχε τη δυνατότητα να πάρει άλλα δύο πρωταθλήματα στην καλή του δεκαετία, αλλά δεν τα διεκδίκησε ποτέ επί ίσοις όροις και δεν τα έχασε από δικά του λάθη, όπως αυτό του 1991.
Μένει με τις ευρωπαϊκές του κούπες και την ηθική ικανοποίηση πως το πρωτάθλημά του μπορεί να είναι μόνο ένα, αλλά δεν κατακτήθηκε εν μέσω διαμαρτυριών, περίεργων σφυριγμάτων και σε κολασμένες έδρες, δεν «βάφτηκε» με το αίμα «σφαγής» ή ανοιγμένων κεφαλιών. Μένει με την ηθική ικανοποίηση πως κανείς φίλος του αθλήματος δεν μπορεί να ξεχάσει τις ομαδάρες που είχε ο ΠΑΟΚ την δεκαετία του 1990, τους πρωταγωνιστές και τα μεγάλα ματς που μας χάρισαν.
Γιατί κανείς δεν μπορεί να πει πως ο ΠΑΟΚ πέτυχε κάτι με «βοήθεια».
Αιώνιοι
Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός θα συνεχίζουν να κοντράρονται για το ποιος έχει κάνει τα «χειρότερα» στον άλλον. Οι Ολυμπιακοί λένε πως είναι περίεργο να μην χάνει ποτέ ο Παναθηναϊκός στο ΟΑΚΑ, όμως ξεχνάνε πως κανείς δεν πέρναγε ποτέ από το ΣΕΦ, όταν αυτοί ήταν «από πάνω». Οι Παναθηναϊκοί λένε πως δεν γίνεται να μιλάμε για διαιτησία όταν πρόκειται για μια ομάδα που είναι η καλύτερη στην Ευρώπη, όμως ξεχνάνε πως όταν η ψαλίδα ήταν ακόμα μικρή, είχαν σαφώς το «αβαντάζ» απέναντι στον ΠΑΟΚ ή την ΑΕΚ του Ιωαννίδη.
Οι Ολυμπιακοί μιλάνε για όσα γίνονται στο ΟΑΚΑ και φυσικά ξεχνάνε τι γινόταν τη δεκαετία του 1990 στο ΣΕΦ και δεν λένε κουβέντα για όσα γίνονται τα τελευταία χρόνια. Οι Παναθηναϊκοί θυμούνται αυτά που γίνονταν παλιά στο ΣΕΦ, μιλάνε γι’αυτά που γίνονται ακόμα και τώρα στο Φάληρο, αλλά δεν κοιτάνε τα όσα συμβαίνουν τώρα στο ΟΑΚΑ, ούτε φυσικά θυμούνται τους ημιτελικούς και τους τελικούς του 1998.
Καλό θα ήταν οι φίλοι των δύο «αιωνίων» να σκέφτονται, που και που, πως κάποτε υπήρχαν κι άλλοι στη γη, και πως κάποτε οι «δυναστείες» έβγαλαν από τη μέση αυτούς που «ενοχλούσαν». Καλό θα είναι να θυμούνται πως (σε μερικά πράγματα) οι ομοιότητές τους είναι πολύ περισσότερες από τις διαφορές.
Ο ΠΑΟΚ των 90’s
Και κάθε φορά που ακούω αυτές τις συζητήσεις για το ποιος έσφαξε τον άλλον περισσότερο και σε ποιο γήπεδο γίνονται τα χειρότερα επεισόδια, πάντα μου έρχεται στο μυαλό το ίδιο πράγμα. Ο ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 1990. Βλέπετε, οι άρρωστοι του Ολυμπιακού και του Παναθηναϊκού έχουν ένα κοινό στοιχείο. Νομίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε άλλο στη γη, εκτός από τους δυο τους και την κόντρα τους.
Σ'αυτό το πλαίσιο, ο καθένας θυμάται τα καλά της ομάδας του κι υπερτονίζει τα άσχημα που έχει υποστεί από τον αντίπαλο. Αμφότεροι, όμως, ξεχνούν πως δεν είναι μόνο αυτά που «έχει κάνει» ο ένας στον άλλον, αλλά είναι κι αυτά που έκαναν σε τρίτους. Κι ο τρίτος της ιστορίας, ήταν ο ΠΑΟΚ της δεκαετίας του 90.
Ο ΠΑΟΚ είχε την ατυχία να πέσει πάνω σε τρία «κατεστημένα». Να προσπαθεί πάντα να κερδίσει ομάδες που είχαν μαζί τους το ταλέντο, τους μεγάλους παίκτες, τα λεφτά και τις «αβάντες». Στην αρχή ήταν ο Άρης κι η εμμονή του ΠΑΟΚ να ρίξει τον αυτοκράτορα από τον θρόνο. Αυτό το κυνήγι τον έκανε να βελτιώνεται χρονιά με τη χρονιά, να προσπαθεί ολοένα και περισσότερο να φτάσει τον πήχη του Άρη.
Στην πραγματικότητα δεν το κατάφερε ποτέ, αφού όσο ο Άρης ήταν στην κορυφή, ο ΠΑΟΚ δεν μπόρεσε να τον ρίξει, ακόμα κι όταν είχε επιτέλους ισάξια ομάδα και το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν δύο σωστές επαναφορές μπάλας. Το 1991 ο Άρης κράτησε για τελευταία φορά τον θρόνο του και μετά έπεσε μόνος του απ’αυτόν. Την επόμενη χρονιά δεν ήταν καν στους τελικούς, ο ΠΑΟΚ «διάλεξε» για αντίπαλο τον Ολυμπιακό και στην ουσία κατέκτησε την κορυφή χωρίς κόπο, άνετα και καθαρά.
Ο ΠΑΟΚ ήταν ο «νέος Άρης» κι ως νέος βασιλιάς του ελληνικού μπάσκετ, έφτιαξε την ομάδα που θα κατακτούσε και την Ευρώπη. Αυτό ακριβώς ήταν ο Δικέφαλος του 1993. Μπουντούρης, Κόρφας, Πρέλιεβιτς, Μπάρλοου, Λέβινκγστον, Φασούλας. Στο μπάσκετ εκείνης της εποχής, αρκούσαν δυόμισι καλοί παίκτες για να λες πως είσαι καλός. Ο ΠΑΟΚ του 1993 ήταν dream-team.
Ως τέτοια, έφτασε τρένο στο φάιναλ φορ της Αθήνας, με αξέχαστες εμφανίσεις στην Ευρώπη. Ο ΠΑΟΚ, όμως, έμελλε να είναι ένα ακόμα θύμα της ταμπέλας του φαβορί και της υποτιθέμενης δύναμης της έδρας. Στον ημιτελικό ο Ίβκοβιτς έδωσε την λάθος οδηγία στον Φασούλα για το μαρκάρισμα του Ρουσκόνι και τον φόρτωσε με φάουλ, ο Κούκοτς περιορίστηκε, αλλά πάσαρε σωστά, Ιακοπίνι και Ραγκάτσι είχαν κρύο αίμα, το ΣΕΦ πάγωσε κι ο ΠΑΟΚ έπεσε στο παρκέ.
Η ομάδα του Ίβκοβιτς δεν έχασε μόνο την ευκαιρία να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης, αλλά δεν μπόρεσε να συνέλθει όταν ήρθε η ώρα να υπερασπιστεί τα κεκτημένα στην Α1. Ο ΠΑΟΚ ήταν ζαλισμένος σαν κοτόπουλο όταν ήρθε η ώρα των ημιτελικών, ο Ολυμπιακός είχε τον χρόνο να συνέλθει από τον αποκλεισμό από τη Λιμόζ και είδε την ευκαιρία.
Ο ΠΑΟΚ έμεινε εκτός τελικών, οι New Kids on the Block, Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός είχαν ανοιχτό τον δρόμο για την ελληνική κορυφή. Η ομάδα του Ιωαννίδη ήταν πιο έτοιμη, ο Παπαδημητρίου «έπαθε επιπεφυκίτιδα», ο Κουκουλεκίδης σφύριξε στην θέση του κι έγινε χαμός. Ο Ολυμπιακός έκανε το 2-1 στη Γλυφάδα, ο Παναθηναϊκός δεν κατέβηκε στον 4ο αγώνα στο ΣΕΦ και το ελληνικό μπάσκετ είχε νέο πρωταθλητή.
1994
Όπως συνέβη και στην περίπτωση του ΠΑΟΚ, ο Ολυμπιακός έφτιαξε την δικιά του dream-team την επόμενη χρονιά. Ο Φασούλας ήρθε στον Πειραιά, ο Τάρπλεϊ έκανε όργια κι ο Ολυμπιακός έκανε πράγματα και θαύματα στην Ευρώπη, πήγαινε τρένο κι αυτός για το Φάιναλ Φορ του 1994.
Η ιστορία των υπέρ-ομάδων και τον φαβορί επαναλήφθηκε κι αυτή τη φορά αυτός που γύρισε στην Ελλάδα διαλυμένος από το Φάιναλ Φορ ήταν ο Ολυμπιακός. Η ομάδα είχε γίνει χίλια κομμάτια, ενώ πλέον ήταν σαφές σε όλους πως ο Πάσπαλιε «κάτι είχε», δεν μπορούσε να σουτάρει όπως παλιά.
Ο ΠΑΟΚ του Μπουντούρη, του Κόρφα, του Μπάνε, του Μπέρι και του Σάβιτς ήταν έτοιμος. Απέκλεισε τον Παναθηναϊκό στον ημιτελικό και πλέον μπορούσε να κάνει στον Ολυμπιακό αυτό που ο ίδιος είχε πάθει έναν χρόνο νωρίτερα. Δεν τον άφησαν.
Στον 5ο αγώνα ο Ολυμπιακός ξέφυγε νωρίς, χάρις σε μια συγκλονιστική κατάθεση ψυχής και κλάσης από τον Πάσπαλιε που, έστω και με «στραβό» χέρι, έκανε όργια στο πρώτο ημίχρονο. Όταν, όμως, ο ΠΑΟΚ τόλμησε με οδηγούς τους Κόρφα, Πρέλιεβιτς και Μπέρι να ξαναμπεί στο ματς στην επανάληψη, τον έσφαξαν απροκάλυπτα.
Ο Μπάνε κι ο Κόρφας έτρωγαν τρελό ξύλο στην περιφέρεια κι αναγκάζονταν να σουτάρουν από τα 7 μέτρα, αφού δεν έπαιρναν σφύριγμα με τίποτα, Σιγάλας, Τόμιτς και Μπακατσιάς είχαν ασυλία. Την ίδια ώρα ο Τάρπλεϊ σκόραρε με βήματα που δεν δίνονταν ποτέ κι ο Ολυμπιακός έπαιρνε για πλάκα τα φάουλ στην επίθεση. Το κερασάκι μπήκε με τα πέντε δευτερόλεπτα που δόθηκαν στο τέλος στον Σάβιτς, με τον πάγκο του Ολυμπιακό να ουρλιάζει στον διαιτητή να σφυρίξει.
Ο τελικός τελείωσε με τραυματισμό του Μπαλογιάννη από αντικείμενο, τον ΠΑΟΚ να αποχωρεί και τελικώς να επιστρέφει 40 λεπτά μετά για τον φόβο της τιμωρίας, με τους παίκτες του να φορούν τα παπούτσια τους χωρίς κάλτσες. Φυσικά δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε το πως άρχισε το ματς, με τους παίκτες του ΠΑΟΚ να προπηλακίζονται από αγνώστους στους διαδρόμους των αποδυτηρίων του ΣΕΦ και με δυναμιτάκια να σκάνε στο καλάθι με τις μπάλες στο ζέσταμα.
Ο Ολυμπιακός πήρε με το «έτσι θέλω» το δεύτερο συνεχόμενο πρωτάθλημα που εδραίωσε την κυριαρχία του. Θα ήταν, μέχρι το 1997, μια μικρή δυναστεία. Η ομάδα με το ταλέντο, τους παίκτες που παίρνουν τα ματς, τους καλούς προπονητές (Ιωαννίδης, Ίβκοβιτς), τα λεφτά και φυσικά, τις «αβάντες».
Για να το πούμε σχηματικά, ο Ολυμπιακός πήρε το ρόλο του Άρη και ο Παναθηναϊκός τον ρόλο του ΠΑΟΚ. Ο Παναθηναϊκός έκανε τα πάντα για τον ρίξει από την κορυφή, ο Ολυμπιακός την κρατούσε με κάθε τρόπο και πάντα με το ίδιο αποτέλεσμα. Φιέστα κι απονομή στο ΣΕΦ. Η κόντρα τους, βέβαια, είχε κι ένα θετικό αποτέλεσμα, αφού έδωσε στο ελληνικό μπάσκετ τις δύο πρώτες κούπες.
1998
Όταν το 1998 ήρθε το τέλος του κύκλου του Ολυμπιακού, η ιστορία επαναλήφθηκε. Ο Παναθηναϊκός δεν βρήκε τον πρωταθλητή στον τελικό, αφού, όπως και στην περίπτωση του Άρη, ο αυτοκράτορας είχε πέσει νωρίτερα. Το τρίποντο του Στογιάκοβιτς «σκότωσε» την ομάδα του Ίβκοβιτς κι έτσι ο “διεκδικητής” Παναθηναϊκός ήταν έτοιμος να ανέβει στον θρόνο. Αυτός είχε πλέον τους καλύτερους παίκτες, τα λεφτά, τις «αβάντες».
Σφαγή όμοια μ’αυτήν του 1994 δεν χρειάστηκε. Όμως, για μια ακόμη φορά, δεν τον άφησαν τον ΠΑΟΚ. Η ομάδα του 1998 είχε τον εκπληκτικό Στογιάκοβιτς και τον μακαρίτη τον ΜακΡέι, τον Σάκλφορντ, τον Νικολαϊδη, τον Μπαλογιάννη, τον Μοράλες και τον Ρόουαν να κάνουν υπέρβαση και κατάθεση ψυχής σε κάθε ματς.
Στον 5ο τελικό στο ΟΑΚΑ μπορεί να μην έγιναν όργια αντίστοιχα μ’αυτά του ΣΕΦ, αλλά στο τέλος ο Παναθηναϊκός είχε όποια βοήθεια χρειάστηκε. Κολασμένη ατμόσφαιρα, ατιμώρητο «ξύλο» στην άμυνα, ευκολία στο σφύριγμα στην επίθεση. Κορυφαία στιγμή, ο Στογιάκοβιτς σηκώνεται για τρεις, ο Σκοτ τον βρίσκει στον αγκώνα, το φάουλ είναι τόσο καθαρό που η μπάλα περνάει ένα μέτρο μακριά από τη στεφάνη, σφύριγμα δεν ακούγεται ποτέ. Ο Παναθηναϊκός φτάνει επιτέλους στην κορυφή, ξεκινά τη δυναστεία του, ο ΠΑΟΚ είναι για μια ακόμη φορά στον ρόλο αυτού που μιλάει για «ντροπή».
Τίποτα με «βοήθεια»
Ο Δικέφαλος δεν ευτύχησε ποτέ να πατήσει στην πιο ψηλή κορυφή, όπως έκανε ο Ολυμπιακός το 1997, ούτε βέβαια έφτασε ποτέ κοντά στην εκπληκτική κυριαρχία του Παναθηναϊκού, με τις μία+πέντε ευρωπαϊκές κούπες. Στην Α1, όμως, ξέρει καλά πως, όσο η ψαλίδα δεν είχε ανοίξει, είχε τη δυνατότητα να πάρει άλλα δύο πρωταθλήματα στην καλή του δεκαετία, αλλά δεν τα διεκδίκησε ποτέ επί ίσοις όροις και δεν τα έχασε από δικά του λάθη, όπως αυτό του 1991.
Μένει με τις ευρωπαϊκές του κούπες και την ηθική ικανοποίηση πως το πρωτάθλημά του μπορεί να είναι μόνο ένα, αλλά δεν κατακτήθηκε εν μέσω διαμαρτυριών, περίεργων σφυριγμάτων και σε κολασμένες έδρες, δεν «βάφτηκε» με το αίμα «σφαγής» ή ανοιγμένων κεφαλιών. Μένει με την ηθική ικανοποίηση πως κανείς φίλος του αθλήματος δεν μπορεί να ξεχάσει τις ομαδάρες που είχε ο ΠΑΟΚ την δεκαετία του 1990, τους πρωταγωνιστές και τα μεγάλα ματς που μας χάρισαν.
Γιατί κανείς δεν μπορεί να πει πως ο ΠΑΟΚ πέτυχε κάτι με «βοήθεια».
Αιώνιοι
Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός θα συνεχίζουν να κοντράρονται για το ποιος έχει κάνει τα «χειρότερα» στον άλλον. Οι Ολυμπιακοί λένε πως είναι περίεργο να μην χάνει ποτέ ο Παναθηναϊκός στο ΟΑΚΑ, όμως ξεχνάνε πως κανείς δεν πέρναγε ποτέ από το ΣΕΦ, όταν αυτοί ήταν «από πάνω». Οι Παναθηναϊκοί λένε πως δεν γίνεται να μιλάμε για διαιτησία όταν πρόκειται για μια ομάδα που είναι η καλύτερη στην Ευρώπη, όμως ξεχνάνε πως όταν η ψαλίδα ήταν ακόμα μικρή, είχαν σαφώς το «αβαντάζ» απέναντι στον ΠΑΟΚ ή την ΑΕΚ του Ιωαννίδη.
Οι Ολυμπιακοί μιλάνε για όσα γίνονται στο ΟΑΚΑ και φυσικά ξεχνάνε τι γινόταν τη δεκαετία του 1990 στο ΣΕΦ και δεν λένε κουβέντα για όσα γίνονται τα τελευταία χρόνια. Οι Παναθηναϊκοί θυμούνται αυτά που γίνονταν παλιά στο ΣΕΦ, μιλάνε γι’αυτά που γίνονται ακόμα και τώρα στο Φάληρο, αλλά δεν κοιτάνε τα όσα συμβαίνουν τώρα στο ΟΑΚΑ, ούτε φυσικά θυμούνται τους ημιτελικούς και τους τελικούς του 1998.
Καλό θα ήταν οι φίλοι των δύο «αιωνίων» να σκέφτονται, που και που, πως κάποτε υπήρχαν κι άλλοι στη γη, και πως κάποτε οι «δυναστείες» έβγαλαν από τη μέση αυτούς που «ενοχλούσαν». Καλό θα είναι να θυμούνται πως (σε μερικά πράγματα) οι ομοιότητές τους είναι πολύ περισσότερες από τις διαφορές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου